χύνεται

χύνεται
χύ̱νεται , χύνω
pour
aor subj mid 3rd sg (epic)
χύ̱νεται , χύνω
pour
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • θείο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο S (από το λατινικό sulphur). Ανήκει στην έκτη ομάδα του περιοδικού συστήματος και στην πρώτη υποομάδα, με ατομικό αριθμό 16, ατομική μάζα 32,06, ενώ έχει τρία σταθερά ισότοπα. Συναντάται στη φύση, είτε στη στοιχειακή… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Μπλακ Ρίβερ — (Black River). Ονομασία ποταμών των ΗΠΑ. 1. Παραπόταμος (480 χλμ.) του Γουάιτ Ρίβερ, που διασχίζει το ΝΑ Μισούρι και το ΒΑ Άρκανσο. Πηγάζει από το οροπέδιο του Όζαρκ στην πολιτεία Μισούρι και, αφού δεχτεί από τα δεξιά τα νερά των ποταμών Κιούρεντ …   Dictionary of Greek

  • Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… …   Dictionary of Greek

  • Φιλιππίνες — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία των Φιλιππινών Συντομευμένη ονομασία: Φιλιππίνες Εκταση: 300.000 τ.χλμ. Πληθυσμός: 84.525.639 (2002) Πρωτεύουσα: ΜανίλαΚράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Βρίσκεται ανατολικά του Βιετνάμ και βρέχεται από τη νότια Σινική …   Dictionary of Greek

  • ντον — I (Don). Ποταμός (1.963 χλμ.) της Ρωσίας. γνωστός στην αρχαιότητα ως Τάναϊς. Ρέει στο δυτικό τμήμα της Ρωσικής Δημοκρατίας και έχει υδρογραφική λεκάνη 420.000 τ. χλμ. Πηγάζει από το Κεντρικό Ρωσικό Υψίπεδο στα ΒΔ του Νοβομοσκόφσκ (πρώην… …   Dictionary of Greek

  • σάλιο — Το προϊόν της έκκρισης των σιαλογόνων αδένων, που χύνεται στο στόμα. Διακρίνεται σε τρία είδη, το παρωτιδικό, χωρίς βλέννα, το υπογνάθιο, που περιέχει λίγη βλέννα και το υπογλώσσιο, που είναι πλούσιο σε βλέννα. Τα τρία αυτά είδη ανακατεύονται στη …   Dictionary of Greek

  • σαμάρα — Όνομα δύο ποταμών 1. Ποταμός της Ρωσίας, αριστερός παραπόταμος του Βόλγα. Πλωτός στην κατώτερη διαδρομή του, έχει μήκος 587 χλμ. και λεκάνη 46 680 τ. χλμ. Έχει τις πηγές του στα Ουράλια και χύνεται στο Βόλγα, κοντά στο Κουιμπύσεφ. 2. Ποταμός της… …   Dictionary of Greek

  • Νέλσον-Σασκάτσιουαν — (Nelson Saskatchewan). Ποτάμιο σύστημα της Βόρειας Αμερικής, στον Καναδά, το οποίο εκβάλλει στον κόλπο Χάντσον και αποτελείται από τους ποταμούς Σασκάτσιουαν (1.939 χλμ.) που χύνεται στη λίμνη Γουίνιπεγκ και Νέλσον (644 χλμ.) που πηγάζει από την… …   Dictionary of Greek

  • Νιαγάρας — (Niagara). Ποταμός (55 χλμ.) στα σύνορα των ΗΠΑ και του Καναδά, ο οποίος πηγάζει από τη λίμνη Ίρι και χύνεται στη λίμνη Οντάριο. Κατά τον ρου του σχηματίζει καταρράκτες, τους περιφημότερους του κόσμου. Ο ποταμός είναι πλωτός επί 30 χλμ. πάνω από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”